Δύο φίλοι συζητούν στο δρόμο.
– Γιώργο, λέει ο ένας, τι σημαίνει αιωνιότητα;
– Αυτό που δεν έχει αρχή και τέλος, απαντάει αυτός.
– Για πες μου ένα παράδειγμα;
– Η γλώσσα της γυναίκας μου.
Τα χάπια
Εγγονός:
– Γιαγιά είδες τα χάπια μου; Έγραφαν πάνω LSD!
Γιαγιά:
– Ρε, άσε τα χάπια τώρα! Τους πράσινους δράκους στην κουζίνα τους είδες;
Οι εγωιστές
Είναι 3 φίλοι αραχτοί σε ένα μπαράκι και τα πίνουν κουβέντα στη κουβέντα, φτάνει η συζήτηση στο πόσο εγωιστές είναι οι άντρες.
Μιλάει ο πρώτος:
– Εγώ ρε παιδιά είμαι πολύ εγωιστής. Ένα πρωί επειδή η γυναίκα δεν μου έφτιαξε καφέ, έκανα να της μιλήσω μια ολόκληρη εβδομάδα.
– Σιγά ρε, λέει ο δεύτερος, εγωισμός είναι αυτός; Εγώ επειδή μου έφτιαξε μακαρονάδα με σάλτσα και όχι με κιμά ένα μήνα κοιμόμουν στον καναπέ του σαλονιού.
Ο τρίτος χαμογελούσε όσο τα άκουγε:
– Αντε ρε, που είσαστε εσείς εγωιστές… Εγωιστής είμαι εγώ, που επειδή τη μέρα του γάμου η γυναίκα μου, μου πάτησε το πόδι στην εκκλησία, τόσα χρόνια γάμου και δεν την έχω αγγίξει… ποτέ!!!!!!!
– Καλά ρε μας δουλεύεις; ρωτούν οι άλλοι. Και τα παιδιά πως τα έχεις κάνει;
– Το πιστεύετε ότι από εγωισμό τόσα χρόνια ΔΕΝ έχω ρωτἠσει;
Φυλακή
Mια γυναίκα λέει στην φίλη της στεναχωρημένη:
– Ασε, ο άντρας μου μπήκε στην φυλακή.
– Kαι για πόσο καιρό μπήκε μέσα ο άντρας σου; την ρωτάει η άλλη.
– Για τρεις μήνες, απαντάει η πρώτη.
– Mη στεναχωριέσαι, της λέει η φίλη της, τρεις μήνες περνάνε γρήγορα.
Kαι απαντάει η γυναίκα:
– Γι’ αυτό στεναχωριέμαι…
Ο παπάς που πνιγόταν
Ήταν ένας παπάς και πνιγόνταν στην θάλασσα και περνάει ένα καράβι:
– Παπά, έλα, πιάσε το σωσίβιο να σωθείς.
– Όχι, τέκνον μου, δεν χρειάζεται, εμένα θα με σώσει ο Θεός, λέει ο παπάς.
Περνάει άλλο καράβι:
– Έλα, παπά, να σε σώσουμε! Θα πνιγείς!
– Όχι, τέκνον μου, δεν χρειάζεται, εμένα θα με σώσει ο Θεός, λέει πάλι ο παπάς.
Περνάει τρίτο καράβι:
– Παπά, έλα να σε σώσουμε!
– Όχι, τέκνον μου, δεν χρειάζεται, εμένα θα με σώσει ο Θεός, λέει ξανά ο παπάς.
Με αυτά και με αυτά ο παπάς πνίγεται, πάει στον παράδεισο και λέει στον Θεό:
– Περίμενα να με σώσεις, και εσύ τίποτα!
– Ρε μαλάκα, τρία καράβια σου έστειλα να σε σώσουνε, και εσύ με έγραψες!
Η νεόπλουτη
Mιά νεόπλουτη Ελληνο-Αμερικάνα έρχεται για διακοπές σε κάποιο ελληνικό νησί και κάποιο πρωινό αποφασίζει να βγει για να ψωνίσει μερικά φρούτα. Μπαίνει στο μαγαζί του μανάβη και με προφορά του λέει:
-Hi! Παρακαλόου ένα κιλό μήλα.
Ο μανάβης βάζει τα μήλα σε μια σακούλα και της τα δίνει. Μόλις εκείνη τα βλέπει λέει:
-Oh my God! τι μικρά μήλα που είναι… Στο Αμέρικα εμείς έχουμε κάτι μήλα, τόοοοοοσο μεγάλα. Δεν τα θέλω. I dont want them! Βάλε μπανάνες σε παρακαλόου.
Χωρίς να μιλήσει ο μανάβης, αφήνει τα μήλα και βάζει μερικές μπανάνες. Οταν τις βλέπει, το σκηνικό επαναλαμβάνεται:
-Τς, τς, τς… Τι μπανάνες είναι αυτές, τόσο μικρές. Εμείς στο Αμέρικα, έχουμε κάτι μπανάνες so big. Ι dont want. Βάλε σε παρακαλόου, μερικές φράουλες.
Ο μανάβης έχει αρχίσει και ανεβάζει πίεση αλλά ο πελάτης έχει πάντα δίκιο και αποφασίζει να της βάλει φράουλες.
-Α πα, πα… Τι μικρές φράουλες. Στο Αμέρικα υπάρχουν κάτι strawberries τεράστιες. Δεν θέλω, βάλε κεράσια.
Ο μανάβης μετά βίας κρατιέται να μην της τα βάλει έμπλαστρο.
-Jesus! Τι κερασάκια είναι αυτά!!! Τόσο μικρά.. Μα πώς τα τρώτε εσείς εδώ τόσο μικρά που είναι; Δεν τα θέλω.
Την ώρα που τα λέει αυτά, ταυτόχρονα, κοιτάει ένα γύρο στο μαγαζί για να δει τι θα είναι αυτό που θα ζητήσει μετά. Βλέπει τα καρπούζια.
-Ασε σε παρακαλόου, τα κερασάκια. Βάλε μου ένα καρπούζι.
-Δεν έχουμε καρπούζι, μαντάμ, λέει ο μανάβης εκνευρισμένος.
-Are you joking? Mε δουλεύεις; Πώς δεν έχετε;
-Δεν έχουμε καρπούζια σας λέω μαντάμ. Πώς να γίνει δηλαδή;
-Οf course και έχετε. Μην με κοροϊδεύεις εμένα.
-Σε παρακαλώ κυρά μου. Σου είπα δεν υπάρχουν καρπούζια στο μαγαζί.
-Ετσι ε; Λες ψέμματα γιατί εγώ τα βλέπω.
-Μπα σοβαρά; Και πού είναι;
-Over there! Eκεί πίσω.
-Μα αυτό δεν είναι καρπούζι κυρία μου. Αυτό είναι ΑΡΑΚΑΣ!
Η ζυγαριά
Η σύζυγος στο σύζυγο:
– Κοίτα, με το να ρουφάς την κοιλιά σου την ώρα που ζυγίζεσαι,
δεν πρόκειται να δείξει λιγότερα κιλά η ζυγαριά!
– Το ξέρω, βρε γυναίκα! !!!!
– Τότε γιατί τη ρουφάς;
– Για να δω τι γράφει η ζυγαριά !!!!!!!!
Τρεις γέροι
Κουβεντιάζουν τρεις γέροι:
Γέρος 1: Εγώ ρε παιδιά πάω στην τουαλέτα από τις 11:00 το πρωί και με τεράστια προσπάθεια καταφέρνω να χέσω, πολύ λίγο κατά τις 12:30.Χάλια μαύρα.
Γέρος 2: Εγώ τι να πω πάλι που μπαίνω στην τουαλέτα κατά τις 11:00 και βγαίνω κατά τις τρεις καταϊδρωμένος και άμα δείτε το αποτέλεσμα θα πεθάνετε στα γέλια. Κάτι κομματάκια σαν ζάρια από τάβλι. Αστα να πάνε στο διάολο.
Γέρος 3: Εμένα το μεγάλο μου πρόβλημα, ρε μάγκες είναι ότι μου ‘ρχεται χέσιμο κάθε μέρα 07:30 το πρωί ακριβώς. Αλλά μιλάμε για πολύ μεγάλο χέσιμο.
– Τι λες ρε τρελέ, του λένε οι άλλοι δυό, τα παιξες λόγω ηλικίας; Είναι αυτό πρόβλημα;
Γέρος 3: Τι να το κάνω ρε παιδιά, που ξυπνάω κάθε μέρα στις 08:00;
Το νεκροταφείο
Δυο πιτσιρικάδες γυρνάνε σπίτια τους ένα βραδάκι και για πλάκα λένε να περάσουν μέσα απο το νεκροταφείο της πόλης.
Καθώς λοιπόν, προχωράνε ανάμεσα στα μνήματα, ακούνε ξαφνικά ένα τακ-τακ-τακ κάπου κοντά τους και πετάγονται από τον φόβο τους φωνάζοντας!
Ο ήχος ακουγόταν ολοένα και πιο καθαρά, αλλά η ομίχλη τους εμπόδιζε να δουν τι ήταν αυτό που έκανε αυτόν τον ήχο.
Περπατώντας λοιπόν, δειλά δειλά προς τη μεριά που ακουγόταν το τακ-τακ διακρίνουν έναν γέρο δίπλα σε ενα μνήμα, να κρατά ενα σφυρί και ενα καλέμι και να σκαλίζει κάτι σε εναν μαρμάρινο σταυρό.
Οι πιτσιρικάδες ξεφύσησαν μια ανάσα ανακούφισης μόλις είδαν τον παππού να σκαλίζει.
– Μας κατατρόμαξες, ρε γέρο. Νομίζαμε οτι ήταν κάποιο φάντασμα και μας κόπηκαν τα αίματα. Τί σου ‘ρθε βραδιάτικα και σκαλίζεις στον σταυρό;
– Οι άχρηστοι! Έγραψαν το όνομά μου λάθος!
Ο Άθεος
Γυρνάει μία κοπέλα από το ραντεβού της, τελείως καταπτοημένη.
– Τι έχεις; ρωτά η μητέρα της. Χωρίσατε;
– Όχι, αντίθετα! Ο Αντώνης μου ζήτησε να τον παντρευτώ!
– Και γιατί στενοχωριέσαι;
– Γιατί μου είπε επίσης ότι είναι άθεος. Μαμά, δεν πιστεύει καν ότι υπάρχει Κόλαση!!!
– Παντρέψου τον. Και μην φοβάσαι, θα του δείξουμε πόσο άδικο έχει!!
