Στέλεχος

Ο πρόεδρος και ιδιοκτήτης μιας μεγάλης εταιρίας φωνάζει έναν υφιστάμενο να τον δει προσωπικά στο γραφείο του.
– Γιώργο, σε προσέλαβα πριν από ένα χρόνο για να ξεχωρίζεις την αλληλογραφία της εταιρείας. Σε δύο μήνες έγινες γραμματέας, και μετά από άλλους τρεις μήνες έγινες πωλητής. Αφού πέρασαν άλλοι τρεις μήνες σε προήγαγα σε διευθυντή πωλήσεων και εδώ και ένα μήνα έγινες γενικός διευθυντής. Τώρα σκέφτομαι να βγω στη σύνταξη και να σε αφήσω να πάρεις τη θέση μου… Τι έχεις να πεις για όλα αυτά;
– Εεε… Eυχαριστώ.
– Ευχαριστώ;! Μόνο ένα σκέτο ευχαριστώ;!
– Εεε… Eυχαριστώ, μπαμπά!

Αιφνιδιασμός

Ένα πρωί ο ιδιοκτήτης ενός εργοστασίου αποφασίζει να κάνει μια αιφνιδιαστική επίσκεψη στις εγκαταστάσεις. Καθώς περνάει απο την αποθήκη βλέπει έναν νεαρό να κάθεται και να χαζεύει:
– Πόσα βγάζεις τον μήνα;
– 600 ευρώ, απαντά ο νεαρός.
Το αφεντικό βγάζει 600 ευρώ από το πορτοφόλι του, του τα δίνει και του λέει:
– Ορίστε ο μισθός ενός μήνα…. ΑΠΟΛΥΕΣΑΙ..!!!
Ο νεαρός παίρνει τα χρήματα και εξαφανίζεται. Τότε το αφεντικό ρωτάει τον προϊστάμενο:
– Πόσο καιρό δουλεύει εδώ αυτος ο τεμπέλης;
– Βασικά δε δουλεύει εδώ. Ήρθε για να φέρει ένα πακέτο…

Η κακοφωνάρα

Μιά τραγουδίστρια, φοβερή κακοφωνάρα, αρχίζει να τραγουδάει σε ένα εμπορικό κέντρο.
– Τραγουδώ ωραία όταν αυτός είναι κοντά μου…
Και τότε ένας φωνάζει:
– Και τι κάθεστε; Τρέξτε να τον φέρετε!

Η σοφή γιαγιά

Ήταν ένας τύπος και ήθελε να πάει στην εφορία.
Ρε Γιάννη, ρωτάει ένα φίλο του, θα πρέπει να ντυθώ καλά ή πιο πρόχειρα για να πάω ;
Το καλύτερο, του απαντάει ο φίλος του, θα ήταν να ντυθείς καλά.
Ρωτάει και τον Γιώργο.
Το καλύτερο, του απαντάει ο Γιώργος, θα ήταν να πας πιο πρόχειρα ντυμένος να μην σε περάσουν και για κανένα λεφτά, εφορία είναι αυτή, δεν ξέρεις τι γίνεται.
Προβληματισμένος λοιπόν ο τύπος πάει στη γιαγιά του και της λέει το πρόβλημα του.
Έχεις το ίδιο πρόβλημα, του απαντάει εκείνη, με την αδελφή σου που με ρώταγε τι κιλοτάκι να φορέσει πριν το γάμο της: να φορέσει άσπρο που είναι πιο αγνό ή κανένα μαύρο και κάπως πιο έξαλλο για να φτιάξει τον γαμπρό.
Της απάντησα ότι όποιο και να φορέσει το γα**σι δεν το γλιτώνει.

Γκούχου-γκούχου

Ένα πολύ μικρό αυτοκίνητο σταματάει σε ένα πρατήριο βενζίνης.
Ο οδηγός ζητάει από τον υπάλληλο να του βάλει μια κουταλιά της σούπας βενζίνη και ένα κουταλάκι του γλυκού λάδι.
Τότε ο υπάλληλος γυρίζει και του λέει:
– Μήπως θέλετε να βήξω, για να σας φουσκώσω και τα λάστιχα;

Ο καινούργιος φύλακας

Προσλαμβάνουν έναν καινούργιο φύλακα σε με μία φυλακή.
Τον καλωσορίζει ο διευθυντής της φυλακής και του λέει:
– Είσαι σίγουρος πως θα τα καταφέρεις σε αυτήν την δουλειά; Εδώ μέσα είναι φυλακισμένα τα μεγαλύτερα καθάρματα.
– Μπα, θα τα καταφέρω. Και έτσι και δεν κάθονται φρόνιμα, θα τους πετάξω έξω με τις κλωτσιές!

Το ταχύτερο πράγμα στον κόσμο

Σε έναν συνεδριακό χώρο κάπου στην Ελβετία συγκεντρώθηκαν επιστημονικές αποστολές απ όλο τον κόσμο, για να δημοσιοποιήσουνε τα επιστημονικά τους ευρήματα, όσον αφορά “Το ταχύτερο πράγμα στον κόσμο”.
Την πρώτη μέρα του συνεδρίου πήρε το λόγο η επιστημονική ομάδα των Αμερικανών. Είπαν λοιπόν οι Αμερικανοί: κατόπιν χρόνιων μελετών και εντατικών πειραμάτων καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι το ταχύτερο πράγμα στον κόσμο είναι το ρεύμα. Πατάς το διακόπτη και ανάβει η λάμπα αστραπιαία. Πωπω τι ανακάλυψαν οι Αμερικανοί! Ακούστηκε με μια φωνή από τους άλλους επιστήμονες.
Τη δεύτερη μέρα του συνεδρίου πήρε το λόγο η επιστημονική ομάδα των Ρώσων. Είπαν λοιπόν οι Ρώσοι: Θα αναγκαστούμε να διαφωνήσουμε με τους συνάδελφους μας τους Αμερικανούς γιατί κατόπιν χρόνιων μελετών και εντατικών πειραμάτων καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι το ταχύτερο πράγμα στον κόσμο είναι η σκέψη. Έρχεται στο μυαλό σε χρόνο μηδέν. Πωπω τι ανακάλυψαν οι Ρώσοι! Ακούστηκε με μια φωνή από τους άλλους επιστήμονες.
Βγαίνουν την άλλη μέρα οι Έλληνες και λένε: Λυπούμαστε που θα αναγκαστούμε να διαφωνήσουμε και με τους Ρώσους αλλά και με τους Αμερικανούς γιατί το γρηγορότερο πράγμα στον κόσμο είναι το κόψιμο. Όταν σου έρθει ούτε το φως προλαβαίνεις να ανάψεις αλλά ούτε να σκεφτείς που θα χέσεις!

Η συζήτηση

Είναι τέσσερις φίλοι σε ένα καφέ και συζητάνε. Κάποια στιγμή η συζήτηση φτάνει στο θέμα: “ποιος τρώει το μεγαλύτερο κέρατο!”
Λέει ο πρώτος:
– Το μεγαλύτερο κέρατο το τρώνε οι στρατιωτικοί.
– Γιατί το λες αυτό; του λέει ο δεύτερος.
– Γιατί, εξηγεί, λείπουν συνέχεια από το σπίτι, τρέχουν από εδώ και από εκεί με ασκήσεις και ιστορίες… Τι να κάνει η γυναίκα μόνη, τόσο ελεύθερο χρόνο έχει, να μην τον γεμίσει;
– Δε συμφωνώ, λέει ο δεύτερος, εγώ πιστεύω πως το χειρότερο κέρατο το τρώνε οι γιατροί.
– Γιατί το λες αυτό; του λένε οι άλλοι και συνεχίζει εξηγώντας:
– Εκεί που κάθονται όμορφα και ωραία με την οικογένεια χτυπάει το κινητό τους, εφημερίες, σχεδόν ολημερίς και ολονυκτίς λείπουν.
– Όχι, πετάγεται ο τρίτος, το χειρότερο κέρατο το τρώνε λέει οι ναυτικοί. Λείπουν κάνα 6μηνο, τι να σου κάνει γυναίκα μόνη τόσο καιρό;
Ο τέταρτος της παρέας δε μιλούσε και άκουγε μόνο σιωπηλός.
– Τι έχεις ρε; του λένε οι άλλοι. Εσύ γιατί δε λες τίποτα;
Και απαντάει:
– Τι να πω και εγώ που είμαι Στρατιωτικός Γιατρός του Πολεμικού Ναυτικού!

Ο κομπάρσος

Ένας νεαρός ηθοποιός πάει σε μια οντισιόν για κομπάρσους. Τον βλέπει ο σκηνοθέτης, του δίνει ένα βιβλίο με το ρόλο του, του λέει να τον μάθει καλά και να πάει για πρόβα.
Πάει ο πιτσιρικάς στο σπίτι, ανοίγει την πρώτη σελίδα και διαβάζει:
Βγαίνεις στη σκηνή, φτάνεις στη μέση και λες με δέος: “Πω πωωω μια κανονιά!”, προχωράς και φεύγεις από τη σκηνή.
Γυρίζει στη 2η σελίδα: άδεια. Η τρίτη το ίδιο, ξεφυλλίζει όλο το υπόλοιπο βιβλίο: άδειο.
Το επόμενο πρωί πάει στο θέατρο και ρωτάει το σκηνοθέτη:
– Μα καλά, μόνο αυτό θα κάνω;
– Εντάξει, του απαντάει αυτός, δεν είναι μεγάλος ρόλος, αλλά έτσι ξεκινάνε όλοι. Αν τα πας καλά, θα έχεις καλύτερο ρόλο του χρόνου. Για πάμε μια πρόβα τώρα…
Ανεβαίνει στη σκηνή ο νεαρός, προχωράει στη μέση και λέει κάπως νωθρά: “Πω πω μια κανονιά.”
– Τι είναι αυτό; Πως το λες έτσι; Δε νοιώθεις το δέος; Πρέπει να βγαίνει από μέσα σου κλπ, κλπ.
Όλη την υπόλοιπη εβδομάδα ο νεαρός στο σπίτι έλεγε και ξανάλεγε μόνος του: “ΠΩ ΠΩΩΩ ΜΙΑ ΚΑΝΟΝΙΑ!! ΠΩΩΩ ΜΙΑ ΚΑΝΟΝΙΑ!!ΠΩΩΩ ΜΙΑ ΚΑΝΟΝΙΑ!!”
Με τα πολλά, φτάνει η πρεμιέρα, ανοίγει η αυλαία, προχωράει, φτάνει στη μέση και την ώρα που ήταν να πει τα λόγια του, ακούει πίσω του έναν τεράστιο κρότο: ΜΠΟΥΟΥΟΥΟΥΜ.
Σκύβει έντρομος, βάζοντας τα χέρια πάνω από το κεφάλι του και λέει:
– ΤΙ ΗΤΑΝ ΑΥΤΟ ΡΕ ΠΑΙΔΙΑ;;;